Το μυστήριο του χρόνου και εμείς
Μέσα σε αυτήν την προοπτική, ο χρόνος παύει να είναι δυνάστης και απομειωτής της ζωής του ανθρώπου και αποκτά μια νέα, ελπιδοφόρα διάσταση…
Κάθε Πρωτοχρονιά μας γεννά ποικίλες σκέψεις και ποικίλα συναισθήματα. Αμηχανία γι’ αυτό που έφυγε, αγωνία γι’ αυτό που έρχεται, προσδοκία για κάτι καλύτερο. Ο χρόνος κύλησε για άλλη μια φορά και μια ακόμη χρονιά πέρασε από τη ζωή μας. Τι σημαίνει άραγε για μας;
«Πανδαμάτορα» αποκαλούσαν οι Αρχαίοι μας πρόγονοι τον χρόνο, ενώ και όλοι οι φιλόσοφοι στάθηκαν με δέος μπροστά του. Οι Πατέρες της Εκκλησίας τοποθετήθηκαν επίσης, αποκαλύπτοντάς μας τον χρόνο στις αληθινές του διαστάσεις και με τις πραγματικές συνέπειες (ευεργετικές και αρνητικές) που μπορεί να έχει για τον καθένα μας.
Ο Μέγας Βασίλειος είδε τον χρόνο σαν ένα μυστήριο και ταυτόχρονα ένα δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Στο έργο του Αγίου μπορούμε να διακρίνουμε τρεις διαστάσεις του χρόνου.
Ο άκτιστος Θεός και ο χρόνος
Η πρώτη διάσταση του χρόνου αναφέρεται στον Δημιουργό του, τον Θεό. Ο ίδιος ο Θεός είναι υπεράνω του χρόνου και έξω από τον χρόνο, γιατί δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος. Αρχή έχουν όλα τα δημιουργήματα του Θεού, όπως έχουν και χρονικό τέλος.
Η σχέση των κτισμάτων με τον χρόνο
Η άλλη διάσταση του χρόνου σχετίζεται με την παρούσα, επίγεια ζωή μας. Ο χρόνος κυλάει, δεν σταματά, πάντα ρέει ακατάπαυστα και ό,τι συνδέεται μαζί του ρέει και αυτό. Όπως, όταν ταξιδεύεις με τραίνο, σου αποκαλύπτονται συνέχεια καινούργια μέρη, έτσι και η ζωή μας τρέχει, και κάθε στιγμή μας από παρόν γίνεται αμέσως παρελθόν. Τίποτα δεν μένει σταθερό, όλα συνέχεια εξαφανίζονται στο απύθμενο πιθάρι του χρόνου, ο οποίος με τη μαγική του δύναμη μετατρέπει το παρόν σε παρελθόν.
Με αυτή τη λογική, κατά τον Μέγα Βασίλειο ο χρόνος είναι μοναδικό δώρο και ευκαιρία πνευματικής καλλιέργειας και μετάνοιας. Κάθε στιγμή είναι μοναδική στη ζωή και δεν πρόκειται να επιστρέψει ξανά.
Η δυνατότητα του κτιστού να μετάσχει στο άκτιστο
Η τρίτη διάσταση του χρόνου έχει σχέση με την αιωνιότητα. Ο χρόνος της παρούσας ζωής είναι σαν μια σταγόνα μέσα στον ωκεανό μπροστά στο ατελεύτητο της αιωνιότητας. Εμείς όμως γιατί βλέπουμε τον χρόνο της ζωής μας σαν ατέλειωτο και αιώνιο; Γιατί ζούμε πάνω στη γη σαν να ήμαστε μόνιμοι κάτοικοι και αθάνατοι; Γιατί δεν έχουμε αίσθηση του προσωρινού; Διότι είμαστε πλασμένοι για την αιωνιότητα, όπως είμαστε πλασμένοι και για την Αγιότητα.
Πως μετέχουμε όμως της αιωνιότητας και της Αγιότητας;
Η απάντηση της Εκκλησίας είναι σαφής και σταθερή. Μόνο μετέχοντας του σώματος της Εκκλησίας ως μέλη της. Μετέχοντας στα Μυστήρια της Εκκλησίας και μάλιστα στη Θεία Ευχαριστία, κοινωνούμε τον ίδιο το Θεό. Κοινωνούμε του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Και την ίδια στιγμή κοινωνούμε και μεταξύ μας, καθώς γινόμαστε όλοι σύναιμοι, λαμβάνοντας το ίδιο Άγιο Πνεύμα μέσα μας. Τη στιγμή που κοινωνούμε των Αχράντων Μυστηρίων παύουμε να είμαστε θνητοί, γιατί μετέχουμε της αιωνιότητας του Θεού. Παύουμε να είμαστε αμαρτωλοί και γινόμαστε Άγιοι, διότι μετέχουμε της Αγιότητας του Θεού.
Μέσα σε αυτήν την προοπτική, ο χρόνος παύει να είναι δυνάστης και απομειωτής της ζωής του ανθρώπου και αποκτά μια νέα, ελπιδοφόρα διάσταση.
Η σταγόνα της μικρής διάρκειας της ζωής μας ενώνεται με τον ωκεανό της αιωνιότητας της Βασιλείας του Θεού.
Εάν αξιοποιήσουμε κατ’ αυτόν τον τρόπο τον καινούργιο χρόνο που βρίσκεται μπροστά μας, ο χρόνος αυτός γίνεται ένα χαρμόσυνο γεγονός, γιατί δεν μας οδηγεί πιο κοντά στον θάνατο αλλά στη Ζωή. Ταξιδεύουμε για την αιωνιότητα με τη δική μας συμμετοχή και ο χρόνος αποκτά νόημα. Γίνεται το άρμα που μας οδηγεί πιο κοντά στην Αγιότητα, την αιωνιότητα και τη Βασιλεία του Θεού.
Το μυστήριο του χρόνου και εμείς – π. Ε.