Ευαγγέλιο Κυριακής 7 Μαΐου 2017
Κυριακή του Παραλύτου (Ιω. 5.1-15) – «Κύριε, δεν έχω άνθρωπο κανένα, ώστε, όταν αναταραχθεί το νερό, να με ρίξει στην κολυμβήθρα.»
Μετὰ ταῦτα ἦν ἡ ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων, καὶ ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα. ἔστι δὲ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις ἐπὶ τῇ προβατικῇ κολυμβήθρᾳ, ἡ ἐπιλεγομένη ἑβραϊστὶ Βηθεσδά, πέντε στοὰς ἔχουσα. ἐν ταύταις κατέκειτο πλῆθος πολὺ τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, ἐκδεχομένων τὴν τοῦ ὕδατος κίνησιν. ἄγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἐταράσσετο τὸ ὕδωρ· ὁ οὖν πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι. ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ. τοῦτον ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον, καὶ γνοὺς ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ· θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι; ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ἀσθενῶν· Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος, καὶ ἦρε τὸν κράβαττον αὐτοῦ καὶ περιεπάτει. ἦν δὲ σάββατον ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ. ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι τῷ τεθεραπευμένῳ· σάββατόν ἐστιν· οὐκ ἔξεστί σοι ἆραι τὸν κράβαττον. ἀπεκρίθη αὐτοῖς· ὁ ποιήσας με ὑγιῆ, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. ἠρώτησαν οὖν αὐτόν· τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; ὁ δὲ ἰαθεὶς οὐκ ᾔδει τίς ἐστιν· ὁ γὰρ Ἰησοῦς ἐξένευσεν ὄχλου ὄντος ἐν τῷ τόπῳ. μετὰ ταῦτα εὑρίσκει αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται. ἀπῆλθεν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀνήγγειλε τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας αὐτὸν ὑγιῆ.
Απόδοση στη Νεοελληνική
Ύστερα από αυτά, ήλθε η εορτή των Ιουδαίων και ανέβηκε ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα. Και υπήρχε στα Ιεροσόλυμα μια δεξαμενή νερού, η οποία ονομαζόταν στην εβραϊκή γλώσσα «Βηθεσδά», βρισκόταν κοντά στην «προβατική πύλη» του τείχους (όπως αυτή λεγόταν) και είχε πέντε στοές (υπόστεγα). Σε αυτές βρισκόταν κατάκοιτο πλήθος μεγάλο ασθενών, τυφλοί, χωλοί, άνθρωποι με παραλυσία, οι οποίοι περίμεναν το νερό να κινηθεί. Πράγματι κατά καιρούς κατερχόταν άγγελος στην κολυμβήθρα και ταρασσόταν το νερό. Ο πρώτος λοιπόν που εισερχόταν μετά την ανατάραξη του νερού, γινόταν υγιής, από οποιοδήποτε νόσημα και αν κατεχόταν. Υπήρχε εκεί κάποιος άνθρωπος, ο οποίος τριάντα οκτώ χρόνια ήταν ασθενής (παράλυτος). Αφού τον είδε αυτόν ο Ιησούς, και γνωρίζοντας (ως Θεός) ήδη ότι έτσι ήταν για πολύ καιρό, τον ρώτησε: «θέλεις να γίνεις υγιής;». Και του απάντησε ο ασθενής: «Κύριε, δεν έχω άνθρωπο κανένα, ώστε, όταν αναταραχθεί το νερό, να με ρίξει στην κολυμβήθρα. Και παρόλο που έρχομαι εγώ, όμως (πάντα) κάποιος άλλος πριν από εμένα κατεβαίνει (στην κολυμβήθρα)». Λέγει σε αυτόν ο Ιησούς: «σήκω επάνω, πάρε το κρεββάτι σου και περπάτησε». Εκείνη δε η ημέρα ήταν Σάββατο. Και έλεγαν οι Ιουδαίοι στον θεραπευμένο: «Είναι Σάββατο. Δεν επιτρέπεται να σηκώνεις το κρεββάτι σου». Τους αποκρίθηκε: «Εκείνος που με έκανε καλά, αυτός μου είπε “σήκωσε το κρεββάτι σου και περπάτησε”». Και τον ρώτησαν: «Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος, ο οποίος σου είπε “σήκωσε το κρεββάτι σου και περπάτησε”;». Αλλά αυτός που θεραπεύθηκε δεν γνώριζε ποιος είναι (εκείνος που τον έκανε καλά). Διότι ο Ιησούς είχε απομακρυνθεί μέσα στον όχλο που βρισκόταν σ’ εκείνο το μέρος. Έπειτα από αυτά τον βρήκε ο Ιησούς στον Ναό και του είπε: «Δες, έγινες υγιής. Μην αμαρτάνεις πια, για να μην σου συμβεί τίποτε χειρότερο». Και έφυγε ο άνθρωπος και ανήγγειλε στους Ιουδαίους ότι ο Ιησούς είναι αυτός που τον έκανε καλά.
© Απόδοση στη Νεοελληνική: v.a.k. για λογαριασμό του www.epiaspalathon.gr (2017)