Ευαγγέλιο Κυριακής 22 Οκτωβρίου 2017 - ΣΤ Λουκά
ΣΤ΄ Λουκά (Λουκ. 8.27-39) – Η θεραπεία του δαιμονισμένου των Γαδαρηνών
Κυριακή ΣΤ΄ Λουκά (Λουκ. 8.27-39)
Kαὶ ἀπῆλθε καθ᾿ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς
Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν. ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς. παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαῤῥήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους. ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν Ἰησοῦν καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ᾿ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν. ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς. καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο· αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ᾿ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. καὶ ἀπῆλθε καθ᾿ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς.
Απόδοση στη Νεοελληνική
Και έφυγε, περνώντας σε όλη την πόλη, κηρύσσοντας όσα είχε κάνει σε αυτόν ο Ιησούς
Και όταν [ο Ιησούς] βγήκε στην ξηρά [από τη βάρκα, όπου βρισκόταν με τους μαθητές του], τον συνάντησε κάποιος άνδρας από την πόλη, ο οποίος εδώ και αρκετά χρόνια είχε [μέσα του] δαιμόνια και δεν ντυνόταν με ρούχα και δεν έμενε σε σπίτι, αλλά [διέμενε] στα μνήματα. Όταν είδε τον Ιησού, ανέκραξε και έπεσε μπροστά [στα πόδια] του και με δυνατή φωνή είπε: «τι [κοινό υπάρχει] ανάμεσα σε εμένα και σε εσένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου; Σε παρακαλώ, μην με βασανίσεις». Διότι [ο Ιησούς] είχε διατάξει το πνεύμα το ακάθαρτο, να βγει από τον άνθρωπο [εκείνο]. Αφού εδώ και πολλά χρόνια τον είχε κατακυριεύσει και δενόταν με αλυσίδες και δεσμά στα πόδια [του], για να φυλάσσεται, αλλά έσπαζε τα δεσμά και [απαγαγόταν βίαια και] οδηγούνταν από τον δαίμονα στις ερήμους. Τον ρώτησε λοιπόν ο Ιησούς, λέγοντάς [του]: «Ποιο είναι το όνομά σου;». Και εκείνος είπε: «Λεγεώνα», διότι πολλά δαιμόνια είχαν εισέλθει σε αυτόν. Και τον παρακαλούσαν [τα δαιμόνια], να μην τα διατάξει να πάνε στην άβυσσο. Ήταν δε εκεί μία αγέλη από αρκετούς χοίρους που έβοσκαν στο όρος. Και τον παρακαλούσαν [τα δαιμόνια], να τους επιτρέψει να εισέλθουν σε εκείνους [τους χοίρους]. Και τους [το] επέτρεψε. Και αφού εξήλθαν τα δαιμόνια από τον άνθρωπο, εισήλθαν στους χοίρους και όρμησε η αγέλη κατά πάνω στον γκρεμό [ο οποίος κατέληγε] στη λίμνη και πνίγηκε. Όταν όμως είδαν οι βοσκοί [των χοίρων] αυτό που είχε γίνει, έφυγαν και ανήγγειλαν [τα γεγονότα σε όσους βρίσκονταν] στην πόλη και στους αγρούς. Και βγήκαν [οι κάτοικοι της περιοχής] να δουν τι είχε συμβεί, και ήλθαν στον Ιησού και βρήκαν τον άνθρωπο, από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια, να κάθεται κοντά στα πόδια του Ιησού, ντυμένος και φρόνιμος και αισθάνθηκαν δέος. Τους ανήγγειλαν λοιπόν εκείνοι, που είχαν δει, πώς σώθηκε ο δαιμονισμένος. Και όλο το πλήθος της περιοχής των Γαδαρηνών παρακάλεσαν αυτόν [τον Ιησού] να φύγει μακριά τους, διότι κατέχονταν από μεγάλο φόβο. Και αυτός μπήκε στο πλοίο και επέστρεψε. Και τον παρακαλούσε ο άνδρας, από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια, να είναι μαζί του. Όμως ο Ιησούς τον άφησε να φύγει, λέγοντας: «γύρισε στο σπίτι σου και να διηγείσαι όσα έκανε σε εσένα ο Θεός». Και έφυγε, περνώντας σε όλη την πόλη, κηρύσσοντας όσα είχε κάνει σε αυτόν ο Ιησούς.
© Απόδοση στη Νεοελληνική: v.a.k. για λογαριασμό του www.epiaspalathon.gr (2017)